Διαμεσολάβηση
N. 4640/2019: Οι νέες ρυθμίσεις για τη Διαμεσολάβηση


8 ΔΕΚ 2019

Δημοσιεύθηκε μόλις πρόσφατα ο ν. 4640/2019(ΦΕΚ Α 190/30.11.2019)που επαναπροσδιόρισε το πλαίσιο λειτουργίας του θεσμού της Διαμεσολάβησης μέσα από ένα αυτοτελές νομοθέτημα  ,όπως άλλωστε άρμοζε σε μια ξεχωριστή εναλλακτική μέθοδο επίλυσης διαφορών. Αυτό το οποίο κυρίως διαφοροποιείται στη λειτουργία του θεσμού είναι ότι πλέον προβλέπεται , για ορισμένες διαφορές , μια υποχρεωτική αρχική συνεδρία στην οποία τα μέρη ,παριστάμενα μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, ενημερώνονται από έναν διαμεσολαβητή για την διαδικασία της διαμεσολάβησης και για τις βασικές αρχές που  τη διέπουν καθώς και για τη δυνατότητα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς τους με βάση τις ιδιαιτερότητες της και τη φύση αυτής( άρθρο 2 παρ 5).  Για τις περιπτώσεις αυτές ,εφ’ όσον ακολουθήσει δικαστική αντιδικία ,είναι υποχρεωτικό  για το παραδεκτό συζήτησης της αγωγής να κατατεθεί στο δικαστήριο μαζί με τις προτάσεις συζήτησης της υπόθεσης και το πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης Πέραν αυτής της υποχρεωτικής ενημέρωσης που αφορά και πάλι μόνο τις οικογενειακές διαφορές, τις διαφορές άνω των 30.000€ που υπάγονται στην τακτική διαδικασία του Μονομελούς και όσες υπάγονται στην ίδια διαδικασία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ,καθώς και τις περιπτώσεις που τα ίδια τα μέρη έχουν συμβληθεί εγγράφως σε συμφωνία που περιέχει ρήτρα διαμεσολάβησης, καμία άλλη υποχρεωτική διαδικασία δεν προβλέπεται . Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις όπου θα μπορούσε να εφαρμοστεί ο θεσμός της διαμεσολάβησης, δηλαδή στις περιπτώσεις που τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της διαφοράς τους , δεν υφίσταται υποχρέωση για αυτή την ενημέρωση. Υπάρχει μόνο μια γενική υποχρέωση έγγραφης  ενημέρωσης για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς  καθώς και για την παραπάνω υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία.

Η προσφυγή ,συνεπώς, στη Διαμεσολάβηση παραμένει εκούσια όπως άλλωστε απαιτεί η ίδια η φύση του θεσμού.

Εφ’ όσον τα μέρη επιλέξουν να επιλύσουν τη διαφορά τους  με διαμεσολάβηση ορίζουν τα ίδια ένα διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής ή αναθέτουν την επιλογή επίσης σε κοινής αποδοχής  τρίτο  .Η διαδικασία της διαμεσολάβησης που ακολουθείται περιγράφεται στο νέο νόμο χωρίς ιδιαίτερες διαφορές από την προϊσχύσασα νομοθεσία. Στη διαδικασία δεν ισχύουν κανόνες δικονομίας ούτε το δίκαιο απόδειξης .Δεν εξετάζονται μάρτυρες . Οι διάδικοι παρίστανται υποχρεωτικά  με τους δικηγόρους τους (με εξαίρεση τις καταναλωτικές διαφορές και τις μικροδιαφορές) Η  ευέλικτη και ελαστική φύση της διαδικασίας επιτρέπει στο Διαμεσολαβητή από κοινού  με τα μέρη να διαμορφώσουν τη διαδικασία ανάλογα με τη φύση της κάθε υπόθεσης.

Ο διαμεσολαβητής δύναται, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να επικοινωνεί με καθένα από τα μέρη και να τα συναντά είτε χωριστά είτε από κοινού. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις επαφές του με το ένα μέρος δεν γνωστοποιούνται στο άλλο μέρος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του μέρους που τις έδωσε.

 Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει κατ’ αρχήν εμπιστευτικό χαρακτήρα, δεν τηρούνται πρακτικά και πρέπει να διεξάγεται κατά τρόπο που να μην παραβιάζει το απόρρητο αυτής, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν άλλως. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες δεσμεύονται εγγράφως να τηρήσουν το απόρρητο της διαδικασίας της διαμεσολάβησης και εφ’ όσον το επιθυμούν και το απόρρητο του περιεχομένου της συμφωνίας, στην οποία ενδέχεται να καταλήξουν κατά τη διαμεσολάβηση, εκτός αν η γνωστοποίησή του είναι απαραίτητη για την εκτέλεση αυτής ή αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης.

  Εφόσον η διαφορά αχθεί ενώπιον των δικαστηρίων ή σε διαιτησία, ο διαμεσολαβητής, τα μέρη, οι νομικοί παραστάτες αυτών και όσοι συμμετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν εξετάζονται ως μάρτυρες και εμποδίζονται να προσκομίσουν στοιχεία που προκύπτουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης ή έχουν σχέση με αυτήν, ιδίως, να αναφερθούν στις συζητήσεις, δηλώσεις και προτάσεις των μερών, καθώς και στις απόψεις του διαμεσολαβητή, παρά μόνο εφόσον τούτο επιβάλλεται από λόγους δημόσιας τάξης, κυρίως για να εξασφαλιστεί η προστασία των ανηλίκων ή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θιγεί η σωματική ακεραιότητα ή η ψυχική υγεία προσώπου.

 Ο νόμος, περαιτέρω, προβλέπει  και για  την αρχική υποχρεωτική συνεδρία  όπου η επιλογή  του διαμεσολαβητή επαφίεται και πάλι στα μέρη , σε περίπτωση ωστόσο διαφωνίας τους ο διορισμός του γίνεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης  μεταξύ όσων διαμεσολαβητών κατοικούν στην περιφέρεια του δικαστηρίου που είναι κατά τόπο αρμόδιο για την εκδίκαση της διαφοράς. Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία τα μέρη υποχρεούνται να παραστούν αυτοπροσώπως εκτός αν αποδεδειγμένα δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία τους( π.χ λόγω σοβαρής ασθένειας) πάντα όμως με τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους .Για το μέρος που δε θα προσέλθει στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία ,ο νέος νόμος προβλέπει και πάλι χρηματική ποινή όχι μικρότερη από 100€ και μέχρι 500€.

Εφ’ όσον τα μέρη αποφασίσουν την υπαγωγή της διαφοράς τους σε διαμεσολάβηση, υπογράφουν μετά την αρχική υποχρεωτική συνεδρία, έγγραφο συμφωνίας υπαγωγής της διαφοράς τους σε διαμεσολάβηση έχοντας τη δυνατότητα να επιλέξουν τον ίδιο ή και διαφορετικό διαμεσολαβητή.

Αν τα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία μέσα από τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης  , συντάσσεται Πρακτικό Διαμεσολάβησης  που περιέχει τους όρους της κοινής τους απόφασης . Το πρακτικό υπογράφεται από τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους και κάθε μέρος δικαιούται να παραλάβει από ένα ισόκυρο πρακτικό, το οποίο και δύναται να καταθέσει οποτεδήποτε στη γραμματεία του  καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η  υπόθεση για την οποία έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση. Κατά την κατάθεση υποβάλλεται παράβολο ποσού πενήντα (50) ευρώ, το ύψος του οποίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται Η δαπάνη για το παράβολο βαρύνει τον καταθέτη, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

 Σε περίπτωση αποτυχίας της διαμεσολάβησης, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνο από το διαμεσολαβητή, ο οποίος οφείλει να μνημονεύσει ότι τα μέρη δεν κατέληξαν σε συμφωνία.Από την κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου το πρακτικό διαμεσολάβησης, εφόσον περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης που μπορεί να εκτελεστεί αναγκαστικά, αποτελεί τίτλο εκτελεστό σύμφωνα με την περίπτωση ζ` της παρ. 2 του άρθρου 904 του ΚΠολΔ   . Το απόγραφο για την εκτέλεση εκδίδεται,  από τον δικαστή  ή τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου χωρίς να επιβάλλονται άλλα έξοδα Η υποχρέωσης της  αρχικής συνεδρίας για τις οικογενειακές διαφορές καταλαμβάνει αγωγές που θα κατατεθούν από 15 Ιανουαρίου 2020 και μετά  ενώ για τις διαφορές που υπάγονται στην τακτική διαδικασία του Μονομελούς ( με αντικείμενο άνω των 30.000€) και στην αντίστοιχη του Πολυμελούς Πρωτοδικείου αφορά τις αγωγές που θα κατατεθούν από 15 Μαρτίου 2020 και μετά


Για να δείτε το σχετικό αρχείο πατήστε εδώ

Κατηγορία
Πρόσφατα
Αρχείο