Γ. Σταθάκης: Τα κύρια χαρακτηριστικά του νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, σήμερα συζητάμε ένα πάρα πολύ σημαντικό και κρίσιμο θέμα. Προκαταβολικά θα ήθελα να πω ότι δεν είναι ούτε η στιγμή, ούτε ο χώρος για να υπάρχει εκτεταμένη δημαγωγία.
Πρέπει να έχουμε την αίσθηση του μέτρου, τι αντιπροσώπευε ο παλιός νόμος και τι αντιπροσωπεύει ο νέος. Τι θετικά έχει ο νέος νόμος και τι περιορισμούς.
Ταυτόχρονα, να αναδείξουμε το μείζον θέμα, δηλαδή ότι το τραπεζικό σύστημα ανακεφαλαιοποιείται αυτές τις μέρες, σε ένα νέο πλαίσιο, ελπίζουμε οριστικό. Αυτό το τραπεζικό σύστημα για να είναι οριστική η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, πρέπει να αντιμετωπίσει ένα μείζον θέμα, που είναι τα κόκκινα δάνεια. Καλώς ή κακώς, η μέχρι τώρα διαχείριση του προβλήματος οδήγησε το τραπεζικό σύστημα σήμερα να έχει περίπου 40% κόκκινα δάνεια, τη στιγμή που μεσοσταθμικά σε όλη την Ευρώπη, είναι 5% με 7%.
Άρα, η ιδέα είναι ότι πρέπει να υπάρξουν τα εργαλεία, ο τρόπος και η νομοθεσία με την οποία θα γίνει αποκλιμάκωση των κόκκινων δανείων με τρόπο ο οποίος να είναι συμβατός με τις ανάγκες και των δανειοληπτών και του κράτους και ταυτόχρονα των τραπεζών. Το λέω αυτό γιατί είναι τρεις παράγοντες διαχείρισης των κόκκινων δανείων. Είναι ένα θέμα διανομής των βαρών. Ένα βάρος πρέπει να το σηκώσουν οι τράπεζες και θα το σηκώσουν και θα το εξηγήσω πως γίνεται με τον παρόντα νόμο, ένα βάρος θα το σηκώσει το κράτος στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να δούμε πως ελαχιστοποιείται.
Επίσης, το βάρος των δανειοληπτών θα δούμε πως γίνεται με το συγκεκριμένο τρόπο. Το πρόβλημα της διανομής των βαρών είναι αξεπέραστο, αν όλοι θέλουμε και στοχεύουμε σε μια γρήγορη αποκλιμάκωση των κόκκινων δανείων.
Να ξεκινήσω από τον παλιό νόμο. Ο παλιός νόμος δεν είχε κριτήρια εισαγωγής, οποιοσδήποτε μπορούσε να προσφύγει σε αυτόν. Είχε όμως ένα σαφή χαρακτήρα. Θα υπενθυμίσω ότι τα κόκκινα δάνεια είναι 430.000 σήμερα, στον παλιό νόμο Κατσέλη έχουν προσφύγει τα 170.000. Γιατί δεν έχουν προσφύγει τα υπόλοιπα; Γιατί ο νόμος προέβλεπε ότι για να στηρίξεις την πρώτη κατοικία σου, θα έπρεπε αν είχες συμπληρωματικά περιουσιακά στοιχεία να εκποιήσεις τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία, προκειμένου να στηρίξεις την κύρια κατοικία σου. Αυτός ήταν ο χαρακτήρας του νόμου. Άρα, προσέφερε προστασία αλλά προφανώς με τους περιορισμούς. Διότι, προφανώς αν είχα τρία ή τέσσερα περιουσιακά στοιχεία κλπ., θα έπρεπε όλα αυτά να προσκομιστούν στο δικαστήριο και να αποτυπωθεί η στήριξη της πρώτης κατοικίας εκποιώντας τα υπόλοιπα στοιχεία. Αυτός ήταν ο χαρακτήρας του νόμου.
Το δικαστήριο όπως ξέρετε ήταν ο μοναδικός χώρος που είχαμε πλήρη και αναγκαστική κατάθεση όλων των περιουσιακών στοιχείων ενός νοικοκυριού.
Άρα, η ιδέα ότι υπήρχε μια πλήρης καθολική κάλυψη της πρώτης κατοικίας σε όλες τις περιπτώσεις και σε υπό όλες τις συνθήκες είναι παραπλανητική. Τι κάνει σε σχέση με τον παλιό νόμο ο καινούργιος νόμος;
Καταρχάς, διατηρεί το χαρακτήρα που είχε ο παλιός νόμος. Ο χαρακτήρας και του παλιού και του νέου νόμου είναι για το υπερχρεωμένο νοικοκυριό, το νοικοκυριό δηλαδή το οποίο δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το σύνολο των χρεών του. Αυτό διατηρείται.
Δεύτερο χαρακτηριστικό, αυτό το έχουμε εμπλουτίσει με τις αλλαγές που κάναμε τον Αύγουστο στο νόμο Κατσέλη, ο οποίος προβλέπει ότι πέρα από το στεγαστικό δάνειο και άλλα χρέη προς τις Τράπεζες μπορεί να φέρει στο δικαστήριο και το σύνολο των χρεών που έχει προς την εφορία, σε ασφαλιστικούς οργανισμούς ή άλλες μορφές χρεών. Ο δικαστής καλείται να διερευνήσει υπό ποιες συνθήκες αυτό το υπερχρεωμένο νοικοκυριό μπορεί να αποκτήσει βιώσιμη αντιμετώπιση των χρεών. Άρα, αυτός ο χαρακτήρας του νόμου παραμένει. Επίσης ο νόμος θα έχει ισχύ για τρία χρόνια. Λίγο πριν ολοκληρωθεί η τριετία, έξι μήνες πριν θα αποτυπωθεί η νέα κατάσταση και θα ληφθούν οι αποφάσεις για την επέκταση, την αλλαγή ή οτιδήποτε άλλο του συγκεκριμένου νόμου.
Τρίτο στοιχείο, ο τρόπος λειτουργίας του νόμου. Βάση στο νέο νόμο είναι η τρέχουσα εμπορική αξία του ακινήτου και το υπογραμμίζω αυτό, διότι αυτή είναι μια από τις αλλαγές που εισάγει ο παρόν νόμος σε σχέση με το παρελθόν. Στο παρελθόν η βάση ήταν η αντικειμενική αξία του ακινήτου τεκμαίρουμε και τεκμαίρεται ότι οι εμπορικές αξίες στη συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών, που έχουν στεγαστικό δάνειο, υπενθυμίζω ότι το 85% των νοικοκυριών έχουν στεγαστικό δάνειο για κατοικία κάτω των 125 τ.μ., συνεπώς το μικρό και μεσαίο νοικοκυριό αυτής της χώρας το οποίο έχει μια κατοικία σε αυτά τα επίπεδα, αυτά τα νοικοκυριά θα κριθούν με βάση την τρέχουσα εμπορική αξία του ακινήτου. Δηλαδή τι θα λάμβανε θεωρητικά η Τράπεζα σε περίπτωση άμεσης εκποίησης του ακινήτου. Αυτή η τιμή αποτελεί και τη βάση για την αποτύπωση του δεύτερου παράγοντα, το με βάση δηλαδή το εισόδημα του νοικοκυριού αν μπορεί να εξυπηρετεί σήμερα αυτό το δάνειο, αυτή την τιμή ακινήτου με βάση την τρέχουσα αξία.
Προχωρώ στο τέταρτο σημείο. Όταν αποτυπωθεί η δυνατότητα αυτή, επαναλαμβάνω ότι η τρέχουσα εμπορική αξία διαχωρίζει το δάνειο σε δύο κομμάτια, το δάνειο δηλαδή το οποίο αφορά την κάλυψη της τρέχουσας εμπορικής αξίας και το υπερβάλλον δάνειο, το οποίο για τρία χρόνια θα μπει στο πλάι και αν δεν αλλάξουν οι συνθήκες αυτό το δεύτερο κομμάτι του δανείου σε τρία χρόνια θα διαγραφεί. Αυτή είναι και η ζημιά που θα καταγράψουν οι Τράπεζες από το νέο αυτό τρόπο αποτίμησης της αξίας των δανείων με βάση τη σημερινή εμπορική αξία. Άρα, αυτή είναι ζημιά από την πλευρά των Τραπεζών και το υπογραμμίζω για τον τρόπο λειτουργίας του νέου νόμου.
Όταν έχει προσδιοριστεί αυτή η αξία και έχει διαμορφωθεί και η δυνατότητα του νοικοκυριού να το εξυπηρετεί προκύπτουν δύο κατηγορίες υπό το 61,2% το οποίο προφανώς εμπίπτει σε αυτό τα νόμο. Η πρώτη κατηγορία αφορά το 25% που είναι οι κοινωνικά ευαίσθητες ομάδες. Θα το πω συμβολικά είναι όλα τα νοικοκυριά που έχουν εισόδημα κάτω από 20.000 ευρώ. Αυτή η κατηγορία έχει καθολική και πλήρη προστασία, διότι η δεύτερη καινοτομία του νόμου είναι ότι έρχεται το κράτος και στηρίζει αυτά τα νοικοκυριά πληρώνοντας όσο απαιτείται για να στηριχθεί η συνέχιση εκπλήρωσης αυτού του δανείου. Αυτό γίνεται αφού αφαιρεθεί το 5% για τα πολύ χαμηλά εισοδήματα που υποχρεούνται να πληρώνουν ή το 10% για την ενδιάμεση κατηγορία.
Σε κάθε περίπτωση όλα τα υπόλοιπα που απαιτούνται, καλύπτονται από την πλευρά του κράτους. Η δεύτερη ζώνη εμπίπτει στην κατηγορία που γίνεται η αποτύπωση εάν το νοικοκυριό μπορεί ή δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το συγκεκριμένο δάνειο. Η πρόβλεψη και πρέπει να είμαστε σαφείς, είναι ότι στη συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών, με βάση αυτήν την προσαρμογή και εφόσον μιλάμε για νοικοκυριά που είναι στο φάσμα 20 – 35 χιλιάδες ευρώ, θα ήταν παράδοξο για μια κατοικία που έχει υποστεί αυτή τη ζημιά, να μην μπορεί να εξυπηρετηθεί. Η οριακή περίπτωση που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει, σημαίνει ότι έχουμε να κάνουμε με μια «δυσανάλογα» ακριβή κατοικία, την οποία δεν μπορεί να εξυπηρετήσει ένα εισόδημα της τάξης των 35.000 ευρώ.
Επαναλαμβάνω ότι αυτή είναι η οριακή περίπτωση, στην οποία ο δικαστής αποφαίνεται ότι δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί και επιστρέφει αυτό το συγκεκριμένο δάνειο στην τράπεζα, με πρόβλεψη, εκεί υπάρχει δεύτερο φίλτρο προστασίας, να ενταχθεί στον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών, στον οποίο εισάγουμε τη δυνατότητα εάν αυτό το συγκεκριμένο νοικοκυριό είναι ή ήταν καλοπληρωτής κατά το παρελθόν, πριν υποστεί τη συνέπεια της κρίσης, αυτός θα έχει τη δυνατότητα με βάση τον Κώδικα Δεοντολογίας να αναπροσαρμόσει το δάνειό του.
Αυτό δεν ισχύει σε περίπτωση που κάποιος έχει ενταχθεί στο νόμο προκειμένου να προστατευτεί, διαθέτει άλλα εισοδήματα, είναι αυτό που λέμε «καλύπτεται πίσω από το νόμο» και σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει κάλυψη του συγκεκριμένου δανειολήπτη.
Το πέμπτο στοιχείο του νόμου. Το νόμο πρέπει να τον δούμε στο πλαίσιο άλλων εργαλείων που έχουμε ψηφίσει ήδη από τον Αύγουστο και οι οποίοι θα παίξουν ένα συμπληρωματικό ρόλο στην αποκλιμάκωση των κόκκινων δανείων.
Σας θυμίζω ότι τον Αύγουστο ψηφίσαμε και θα προχωρήσουμε άμεσα στην υλοποίηση, τη δημιουργία ενός δημόσιου φορέα που θα αποτυπώνει τη δυνατότητα του νοικοκυριού να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του απέναντι σε διάφορες κατηγορίες δανείων, την ικανότητά του να ξεπληρώνει δάνεια. Αυτός ο φορέας ουσιαστικά, τι θα κάνει; Όπως και ο δικαστής θα έχει τη δυνατότητα να έρθουν όλα τα στοιχεία τα περιουσιακά του συγκεκριμένου νοικοκυριού και θα βγάζει μία ποσόστωση που θα δείχνει το πραγματικό μέγεθος με το οποίο μπορεί να εξυπηρετήσει ένα δάνειο.
Αυτό θα δημιουργεί έναν αντικειμενικό δείκτη με βάση τον οποίο, με δεδομένα και τα άλλα εργαλεία, τον Κώδικα Δεοντολογίας που εδράζεται πάνω στο ελάχιστο εισόδημα για ένα νοικοκυριό που οφείλει να έχει και βγαίνει από την ΕΛΣΤΑΤ, τα 1.100 ευρώ, σημαίνει ότι θα δείχνει ακριβώς τη δυνατότητα του νοικοκυριού να εξυπηρετεί. Για παράδειγμα, ένα νοικοκυριό που έχει ένα εισόδημα 1.700 ευρώ, φεύγουν τα 1.100, αποτυπώνεται η εφορία του και οτιδήποτε άλλο και θα δείχνει ένα δείκτη του πόσα μπορεί να εξυπηρετεί κάθε μήνα.
Αν αυτό το νοικοκυριό λοιπόν έχει υποστεί μια μεγάλη ζημιά, θα προσαρμόζεται με βάση αυτόν τον δείκτη, τη δυνατότητα αναδιαπραγμάτευσης και αναδιάρθρωσης του δανείου, διότι θα ενισχυθεί πολύ εξωδικαστικές αναδιαρθρώσεις των δανείων ή αναδιαρθρώσεις των δανείων εντός τραπεζικού συστήματος, αφού θα έχουμε εργαλεία, με τα οποία θα έχουμε μια αντικειμενική αποτύπωση των δυνατοτήτων του κάθε νοικοκυριού.
Παίρνοντας υπόψη όλα αυτά, νομίζω ότι η κριτική που γίνεται για το απροστάτευτο του 40% στο πάνω κομμάτι των εισοδημάτων, επαναλαμβάνω ότι το όριο είναι στα 36.000 ευρώ, σύμφωνα με την αποτύπωση των εισοδημάτων που καλύπτει πάνω από το 80%, ίσως το 82% των δηλώσεων των ελληνικών νοικοκυριών.
Υπάρχει ένα κομμάτι στην κορυφή, αυτό φαντάζομαι μένει απροστάτευτο, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ένα κομμάτι του πληθυσμού το οποίο φανταζόμαστε όλοι ότι έχει πολλά περιουσιακά στοιχεία συμπληρωματικά για άλλα και ότι εν πάση περιπτώσει είναι μια κατηγορία που προφανώς με δεδομένες συνθήκες μπορεί να αναπροσαρμόζεται στη στρατηγική του τα συγκεκριμένα νοικοκυριά προκειμένου να διατηρήσουν την πρώτη κατοικία τους, χωρίς να υπάρχει αναγκαιότητα ούτε από το κράτος να συνεισφέρει, ούτε το κράτος να αποτελεί ένα ισχυρό δείκτη προστασίας.
Λοιπόν τις δεδομένες συνθήκες και θέλω να απαντήσω και στο ερώτημα το περί σκληρή ή μη διαπραγμάτευσης. Να θυμίσω ότι εμείς δώσαμε αυτή τη μάχη για πολύ διάστημα, οι προτάσεις μας ήταν σαφής επιδιώκαμε να υπάρξει μια κάλυψη, στήριξη, ένα νομικό πλαίσιο ισχυρό για αυτό περίπου το ποσοστό του πληθυσμού το 60 με 70%.Οι θέσεις των δανειστών είναι επίσης γνωστές. Προέβλεπαν μια κάλυψη μόνο αποκλειστικά για όσους είναι κάτω από το όριο της φτώχειας, η απόσταση ήταν τεράστια. Η συζήτηση οδήγησε σ' αυτή τη λύση, νομίζω ότι είναι η καλύτερη δυνατή. Και μπορούμε ως κυβέρνηση να θεωρήσουμε ότι είναι μια λύση λελογισμένη, ισχυρότατη προστασία για το κοινωνικά ευαίσθητο κομμάτι της κοινωνίας μας και στήριξη όλων των μεσαίων στρωμάτων που έχουν τη δυνατότητα να προσαρμοστούν στο νέο πλαίσιο. Σας ευχαριστώ.
Πηγη :www.taxheaven.gr