Νομολογία
Ειρ.Λαγκαδά 66/2019: Έννοια του υπεύθυνου δανεισμού .Πότε υφίσταται δόλος του δανειολήπτη και πότε υπάρχει ευθύνη των τραπεζών.


6 ΜΑΡ 2019

Περιεχόμενο της έννοιας "δόλος" ως αρνητικής προϋπόθεσης υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 3869/2010.Ο οφειλέτης ενεργεί δολίως όταν, με τις πράξεις ή παραλείψεις του, επιδιώκει ή αποδέχεται ως πιθανό ενδεχόμενο την αδυναμία των πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό.

Εμμέσως, πλην σαφώς ο  νόμος δεν θεωρεί  ως άξιες προστασίας όλες τις επιλογές των δανειοληπτών δηλ. τον αλόγιστο δανεισμό ή τον υπερδανεισμό χαράζοντας όρια στην προστασία των δανειοληπτών αλλά και στην προστασία της κυρίας κατοικίας .Και τούτο διότι άλλως  επιβραβεύεται η τάση να προχωρεί κάποιος σε απερίσκεπτες κινήσεις και να αναλαμβάνει υπερβολικούς κινδύνους ή υποχρεώσεις δυσανάλογες με τις οικονομικές του δυνατότητες, γνωρίζονται ότι στο τέλος όταν έρθουν τα δύσκολα ή απρόβλεπτες καταστάσεις κάποιος θα τον σώσει και κάποιος τρίτος θα πληρώσει τελικά.

Ειδικότερα δε όταν ο οφειλέτης χρησιμοποιεί την πίστωση για να προβεί σε υπερβολικές για τον τρόπο ζωής του, όπως προσδιορίζεται από την κοινωνική και επαγγελματική θέση του, καταναλωτικές δαπάνες, σε σχέση με αυτές που δικαιολογεί το εισόδημά του, όταν «προκαλεί» με τις επιλογές του, ακόμα και όταν απλά δανείζεται πέραν από τις δυνατότητες του, χωρίς να δικαιολογείται από την ικανοποίηση κάποιας ιδιαίτερα σοβαρής βιοτικής ανάγκης, εκτίθεται με τον τρόπο αυτό περισσότερο στον κίνδυνο της αποδοχής της δόλιας υπερχρέωσης.

Λαμβάνοντας ,δε , υπόψη ότι μεγάλο τμήμα των δανειοληπτών έχει σήμερα δάνεια τα οποία, παρά τις αντιξοότητες, συνεχίζει να εξυπηρετεί, η χαριστική συμπεριφορά σε μικρό τμήμα εξ αυτών που αρνείται να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, ειδικά σε περιπτώσεις καταναλωτικού δανεισμού, δυσανάλογο με την οικονομική δυνατότητά τους, θα οδηγούσε αφ ενός μεν σε σημαντικές αδικίες σε βάρος αυτών που δεν έχουν δανειστεί ή που έχουν δανειστεί αλλά εξακολουθούν με προσωπικές θυσίες να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και σε γενικευμένη πρακτική αθέτησης των συμβατικών υποχρεώσεών τους, κάτι βέβαια που θα ήταν αντίθετο στην περίπτωση αυτή με βασικά άρθρα του Συντάγματος, όπως στο άρθρο 4 παρ. 1 του κατά το οποίο οι Έλληνες είναι ίσοι απέναντι στο νόμο με την αρχή δηλ. της ισότητας που αποκλείει την εκδήλως άνιση μεταχείριση, είτε με τη μορφή της εισαγωγής καθαρά χαριστικών μέτρων ή προνομίων.

Από την άλλη πλευρά  εάν οι τραπεζικοί υπάλληλοι οι οποίοι έχουν την επιμέλεια και διαχείριση της περιουσίας μιας τράπεζας παραβιάζουν την υποχρέωση του λεγόμενου "υπεύθυνου δανεισμού", προβαίνουν δηλαδή  κατά παράβαση   των κανόνων της επιμελούς διαχείρισης στη σύναψη δανείων για την χρηματοδότηση επιχειρήσεων και ιδιωτών χωρίς να πληρούν οι χρηματοδοτούμενοι τις αναγκαίες προϋποθέσεις κατά παράβαση των οδηγιών εγκυκλίων και χωρίς να ελέγχουν την πιστοληπτική ικανότητα των χρηματοδοτούμενων πελατών για να εξασφαλίσουν την περιουσία της τράπεζας με αξιόχρεες εγγυήσεις βλάπτοντας εν γνώσει τους την περιουσία της τελευταίας διαπράττουν το έγκλημα της απιστίας του άρθρου 390 ΠΚ.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο αιτών υπέγραψε ως εγγυητής, με πρωτοφειλέτη τον υιό του,από αίσθημα αλληλεγγύης προς αυτόν,  κύρια και πρόσθετες δανειακές πράξεις με τις οποίες έλαβαν χώρα διαδοχικές αυξήσεις του πιστωτικού ορίου του πρωτοφειλέτη υιού του.  .Απορρίπτεται ως αβάσιμος στην ουσία του  ο  ισχυρισμός της πιστώτριας, ότι  ο αιτών δολίως περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών καθόσον γνώριζε, κατά τον χρόνο ανάληψης των εγγυητικών ευθυνών του, λόγω των χαμηλών εισοδημάτων του , ότι δεν θα μπορούσε να τα αποπληρώσει.

Αντίθετα, προκύπτουν ευθύνες των υπαλλήλων της πιστώτριας τράπεζας στην αποδοχή των εγγυήσεων εκ μέρους του αιτούντος, με αποδεδειγμένη παράλειψή τους να ενεργήσουν επισταμένη έρευνα, πριν η τράπεζα χορηγήσει τις πιστώσεις, της πιστοληπτικής ικανότητας τόσο του δανειολήπτη, όσο και του εγγυητή και, συνεπώς, η πιστώτρια τράπεζα θα επωμιστεί τον κίνδυνο της ματαίωσης της ικανοποίησης των απαιτήσεών της από την επελθούσα αδυναμία πληρωμών του αιτούντος εγγυητή, καθόσον τα επίδικα δάνεια χορηγήθηκαν από την πιστώτρια τράπεζα χωρίς να γίνει έλεγχος της πιστοληπτικής ικανότητας των χρηματοδοτούμενων πελατών της (αιτούντος εγγυητή), οι δε υπάλληλοι της τράπεζας από βαρύτατη αμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν εξασφάλισαν την περιουσία της Τράπεζας με αξιόχρεες εγγυήσεις.

Κρίση του Δικαστηρίου ότι δεδομένης της αποδεδειγμένης πραγματικής αδυναμίας του αιτούντος  να επιβιώσει με τα μικρά σε ποσά έσοδά του, συντρέχουν στο πρόσωπό του συνδυαστικά και οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 8 παρ. 5 του ν. 3869/2010 και, επομένως, πρέπει να ρυθμισθεί οριστικά το χρέος του και να ορισθούν μηδενικές μηνιαίες καταβολές προς την πιστώτρια τράπεζα. Τέλος , η ως άνω ρύθμιση ,καθώς προβάλλεται και αίτηση εξαίρεσης της κύριας κατοικίας, θα συνδυαστεί με την αντίστοιχη ρύθμιση της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, εφόσον δεν επέρχεται εξόφληση των απαιτήσεων της τράπεζας .
 


Για να δείτε το σχετικό αρχείο πατήστε εδώ

Κατηγορία
Πρόσφατα
Αρχείο